Translate

Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Δημοσιότητα ληξιαρχικών βιβλίων και ιδιωτικός βίος

Πώς "συμφιλιώνονται" αυτά τα δύο, εκ πρώτης όψεως συγκρουόμενα μεταξύ τους, δικαιώματα; Συχνά, δύσκολη η απάντηση.


Από το 2001 είμαι μέλος του Ελληνικού τμήματος της Commission Internationale de l'Etat Civil (CIEC), η οποία έχει την έδρα της στο Στρασβούργο. Στο πλαίσιο της Διεθνούς αυτής Επιτροπής - η οποία ξεκίνησε με μέλη Ευρωπαϊκά κράτη, επεκτείνεται όμως πλέον - γίνεται επεξεργασία Διεθνών Συμβάσεων αλλά και άλλων κειμένων (π.χ. συστάσεων) που ρυθμίζουν, μεταξύ άλλων, ζητήματα ΙΔΔ των ληξιαρχικών πράξεων.

Οι Γενικές Συνελεύσεις γίνονται κάθε Μάρτιο στο Στρασβούργο και κάθε Σεπτέμβριο σε διαφορετικό κράτος μέλος.

Η πρώτη φωτογραφία είναι από τη Γ.Σ. στο Dubrovnik (μια ΚΟΥΚΛΑ πόλη!!), το 2002. Μαζί μου στη φωτογραφία, είναι μέλη των αντιπροσωπειών του Λουξεμβούργου και της Κροατίας, πολύ αγαπημένοι μου άνθρωποι πλέον (δένομαι πολύ με τους ανθρώπους, παρά το - μερικές φορές - μοναχικό, φαινομενικά αντικοινωνικό μου!)

Τη δεύτερη φωτογραφία είχα βγάλει το 1990, στο Στρασβούργο, όταν είχα πάει, ως μέλος, στη Γ.Σ. και συγχρόνως σε συνέδριο της Union Internationale des Avocats. Θα σας ξαναμιλήσω γι'αυτό.




Ο Καθηγητής Γ. Κουμάντος, ένας εκ των ευγενέστερων και ευφυέστερων ανθρώπων που έχω γνωρίσει στον χώρο μας, υπήρξε δύο φορές Πρόεδρος της CIEC. Στη μνήμη του, είχε οργανωθεί ημερίδα την 26.4.2010, στην Αθήνα, με Έλληνες και αλλοδαπούς ομιλητές. Το κείμενο που ακολουθεί ήταν η δική μου εισήγηση.

Δημοσιότητα των ληξιαρχικών βιβλίων και ιδιωτικός βίος*
                                      Ελίνα Μουσταΐρα
            


Εισαγωγή

Πριν λίγα χρόνια κρίθηκε από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ότι η χορήγηση από Δήμο του συνόλου των ληξιαρχικών γεγονότων που τελούνται στην περιφέρειά του, σε Σύλλογο προκειμένου αυτός να τα δημοσιεύσει στην εφημερίδα του, αντιβαίνει τις διατάξεις του νόμου 2472/1997 που αφορά στην προστασία του ατόμου από την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
Επρόκειτο ακριβώς για στάθμιση δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται είτε από το Σύνταγμα είτε από τον απλό νόμο. Τα άρθρα 4 και 8 παρ. 2 του ν. 344/1976 «περί ληξιαρχικών πράξεων» καθιερώνουν την αρχή της δημοσιότητας των ληξιαρχικών βιβλίων και την υποχρέωση του ληξίαρχου να εκδίδει αντίγραφα, αποσπάσματα και πιστοποιητικά των σχετικών πράξεων. Στην αιτιολογική έκθεση του νόμου τονίζεται ότι μπορεί οποιοσδήποτε να ζητήσει αντίγραφα, αποσπάσματα ή πιστοποιητικά εκ των βιβλίων χωρίς να χρειάζεται να δικαιολογήσει σχετικό έννομο συμφέρον. Το ίδιο δέχθηκε και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους σε 2 γνωμοδοτήσεις του.
Τα άρθρα 5 Α παρ. 1 και 14 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνουν την ελευθερία της πληροφόρησης, της έκφρασης και του τύπου. Τα άρθρα 9 και 9 Α του Συντάγματος κατοχυρώνουν τα δικαιώματα προστασίας του ιδιωτικού βίου και προστασίας των προσωπικών δεδομένων αντίστοιχα. Ο νόμος 2472/1997 περιλαμβάνει την «θρησκευτική πεποίθηση» στα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, η δημοσίευση λοιπόν των βαφτίσεων οπωσδήποτε και ίσως και των γάμων αποκαλύπτει ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.
Θεώρησε λοιπόν η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ότι «η μαζική χορήγηση ή αναπαραγωγή του συνόλου των ληξιαρχικών γεγονότων σε οποιονδήποτε τρίτο συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων του τύπου (δημοσιογράφοι, εκδότες) εγκυμονεί κινδύνους για την προστασία της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής των ατόμων».


Ιδιωτικός βίος

            Είναι εύκολο άραγε να ορίσουμε συγκεκριμένα τον ιδιωτικό βίο; Φαίνεται πως όχι.
Πρόκειται για έννοια με περίγραμμα απροσδιόριστο, εξόχως ιστορική και εξελικτική. Εξαρτάται κάθε φορά από την πραγματικότητα μιας ιστορικής στιγμής μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, άρα οποιαδήποτε προσπάθεια διατύπωσης ενός κανονιστικού ορισμού με φιλοδοξίες γενικής ισχύος είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Ορθά επισημαίνεται ότι οι νομικοί ορισμοί, όπως ακριβώς και οι νόμοι, συγκεκριμενοποιούνται κατά την εφαρμογή τους. Εν τέλει εναπόκειται στη νομολογία να δώσει νόημα και βεληνεκές στην έννοια αυτή, με βάση τις εκάστοτε κοινωνικές αντιλήψεις αναφορικά με το τι πρέπει και τι δεν πρέπει να παραμένει εκτεθειμένο στο βλέμμα των άλλων[1].
Η έννοια της ιδιωτικότητας είναι εξαιρετικά δύσκολο να ορισθεί, παρ’ό,τι στον Δυτικό κυρίως κόσμο θεωρείται θεμελιώδης[2]. Χωρίς την ιδιωτικότητά μας δεν είμαστε ολοκληρωμένα πρόσωπα, υποστηρίχθηκε πριν περισσότερα από 40 χρόνια[3]. Η ιδιωτικότητα λοιπόν, είναι σίγουρα μια ανθρωπολογική πραγματικότητα, συγχρόνως όμως είναι και ένα δικαιικό αγαθό[4].
Η έννοια πάντως της ιδιωτικότητας δεν φαίνεται να έχει το ίδιο περιεχόμενο ακόμα και στα κράτη του Δυτικού κόσμου – ή, τουλάχιστον, δεν την αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο οι νομικοί των διαφόρων δυτικών κρατών.
Ιδιαιτέρως μεταξύ των δικαίων των ευρωπαϊκών ηπειρωτικών κρατών και των ΗΠΑ η βασική αντίθεση φαίνεται πως είναι στη σύλληψη της έννοιας της ιδιωτικότητας κυρίως ως μιας μορφής αξιοπρέπειας στην πρώτη περίπτωση και ως μιας μορφής ελευθερίας στη δεύτερη.
Κοινό χαρακτηριστικό στα ευρωπαϊκά ηπειρωτικά κράτη είναι ότι η προστασία της ιδιωτικότητας σημαίνει ότι ο κάθε άνθρωπος απαιτεί να τον σέβονται και να μην θίγουν την προσωπική του αξιοπρέπεια. Πρόκειται για δικαιώματα στην εικόνα, όνομα και φήμη του κάθε προσώπου:
- Για το δικαίωμα στο «τείχος του ιδιωτικού βίου» (le mur de la vie privée), όπως είπε ο Γάλλος θεωρητικός του δικαίου, Royer-Collard[5].
- Για το δικαίωμα στον πληροφοριακό αυτοπροσδιορισμό του Γερμανικού δικαίου (άρθρο 823 Γερμανικού ΑΚ), δηλαδή στο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να ελέγχει τις πληροφορίες που κυκλοφορούν για το πρόσωπό του, αφού η προστασία της ιδιωτικότητας στη Γερμανική νομική παράδοση θεωρείται ως μια όψη της προστασίας της προσωπικότητας* μιας έννοιας με ρίζες στη Γερμανική φιλοσοφία, στα έργα των Kant, Humboldt, Hegel. Το δίκαιο της προσωπικότητας είναι το δίκαιο αυτού του «εσωτερικού χώρου», του fuero interno, εντός του οποίου οι άνθρωποι αναπτύσσουν ελεύθερα και υπεύθυνα την προσωπικότητά τους, αυτοπραγματώνονται.
- Για το δικαίωμα στην προσωπική ταυτότητα (diritto allidentità personale), νομικό δημιούργημα της ιταλικής νομολογίας κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1970, με αποκορύφωμα την αναγνώρισή του από το Ιταλικό Ανώτατο Δικαστήριο δέκα χρόνια μετά, στην υπόθεση Veronesi[6].
Αντίθετα, στις ΗΠΑ το κέντρο βάρους – κυρίως της νομολογίας - είναι η ελευθερία και μάλιστα η ελευθερία έναντι του κράτους. Διατηρείται δηλαδή σε μεγάλο βαθμό η μορφή που είχε πάρει εκεί η έννοια αυτή τον 18 αιώνα και που ήταν το δικαίωμα στην ελευθερία από κρατική «εισβολή», ιδιαιτέρως στα του οίκου του κάθε ανθρώπου. Όπως αναφέρεται σε απόφαση σταθμό του Ανωτάτου Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου (Supreme Court)[7], του 1886, ο βασικός κίνδυνος είναι να παραβιασθεί «η ιερότητα του οίκου» (the sanctity of home) από κυβερνητικά στελέχη.
Πολλοί, βέβαια, αμερικανοί θεωρητικοί του δικαίου υποστηρίζουν ως «σοφότερη» την προσέγγιση των νομικών της ηπειρωτικής Ευρώπης. Σε διάφορα άρθρα τους, με πρώτο χρονικά (1890) αλλά και πάντα πιο διάσημο, το «The Right to Privacy», των Samuel Warren & Louis Brandeis, πιστεύουν ότι ο κίνδυνος στην παραβίαση της «ιδιωτικότητας» του ανθρώπου είναι ακριβώς ο κίνδυνος να χάσει αυτός την ικανότητα ελέγχου της εικόνας που έχουν οι άλλοι γι’αυτόν. Συνεπέραιναν, πάντως, και οι Warren & Brandeis, ότι η προστασία του δικαιώματος στην ιδιωτικότητα δεν εμποδίζει τη δημοσίευση γεγονότος για το οποίο υπάρχει δημόσιο ή γενικό συμφέρον αλλά και ότι το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα «εκπίπτει» με τη δημοσίευση των γεγονότων από το ίδιο το άτομο στο οποίο αφορούν ή με τη συγκατάθεσή του.
Το άρθρο 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου  προστατεύει το δικαίωμα στον σεβασμό του ιδιωτικού και οικογενειακού βίου. Επίσης η Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στα άρθρα της 7 και 8 αναφέρεται στον σεβασμό στον ιδιωτικό και οικογενειακό βίο και στην προστασία των προσωπικών δεδομένων. Σε πολλά κράτη της Λατινικής Αμερικής (π.χ. Αργεντινή, Βραζιλία, Κολομβία, Κόστα Ρίκα, Παραγουάη, Περού) έχει κατοχυρωθεί συνταγματικά το λεγόμενο “Habeas Data” δικαίωμα. Το δικαίωμα αυτό του οποίου η προέλευση ανιχνεύεται σε ευρωπαϊκούς (Γερμανικούς, κυρίως) δικαιικούς μηχανισμούς προστασίας της ιδιωτικότητας των ατόμων, παρά τις διάφορες παραλλαγές από χώρα σε χώρα, έχει ως γενικό σκοπό την προστασία, μέσω ατομικής προσφυγής σε συνταγματικό δικαστήριο, της εικόνας, της ιδιωτικότητας, της τιμής, του αυτοπροσδιορισμού της πληροφόρησης και συγχρόνως της ελευθερίας της πληροφόρησης[8].

Δικαίωμα πρόσβασης στα επίσημα κρατικά αρχεία

Το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών σε κρατικά έγγραφα κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά νομοθετικά από μία Σουηδική Βασιλική Διαταγή του 1766, που αφορούσε στην ελευθερία του τύπου.
Βασική αρχή στα περισσότερα Δυτικά κράτη, αναφορικά με τη ρύθμιση της πρόσβασης στα ληξιαρχεία, είναι αυτή της μέγιστης δυνατής δημοσιότητας, όπως ισχύει γενικά για τα διάφορα δημόσια μητρώα. Μπορούν όμως να προβλέπονται και περιορισμοί όσον αφορά στην πρόσβαση σε συγκεκριμένα δεδομένα απτόμενα της προσωπικότητας. Να χρειάζεται δηλαδή ειδική εξουσιοδότηση (π.χ. με δικαστική απόφαση ή με απόφαση αρμόδιας διοικητικής αρχής) για την πρόσβαση σε δεδομένα που αφορούν π.χ. στην υιοθεσία, στα μη αναγνωρισμένα τέκνα, στην ημερομηνία γάμου, αν είναι μεταγενέστερη της γέννησης τέκνου, στην αλλαγή επωνύμου, στην αλλαγή φύλου, στους λόγους ακυρότητας, χωρισμού ή διαζυγίου, στους λόγους στέρησης, αναστολής ή απώλειας οριστικής της γονικής μέριμνας (ή πατρικής εξουσίας), στην πρόσβαση σε οποιαδήποτε άλλα αρχειοθετημένα έγγραφα σχετικά με τα αναφερθέντα δεδομένα, κλπ.
Μπορεί δηλαδή να περιορίζεται η πρόσβαση (σε δημόσια έγγραφα) είτε προς προστασία ανώτερου δημόσιου συμφέροντος είτε προς προστασία ιδιωτικών συμφερόντων. Η δημοσιότητα των ληξιαρχείων χωρίς κανέναν περιορισμό προστατευτικό της προσωπικής και οικογενειακής ιδιωτικότητας, θα επέτρεπε την αποκάλυψη δεδομένων που αφορούν στον ιδιωτικό βίο, με ενδεχόμενη συνέπεια να πληγεί η φήμη του συγκεκριμένου προσώπου[9].
Προκειμένου να γίνουν κατανοητές, βέβαια, κάποιες σημαντικές διαφορές στη ρύθμιση συγκεκριμένων γεγονότων που αφορούν στην υπόσταση των ανθρώπων από τα διάφορα δίκαια, θα πρέπει να ληφθούν υπ’όψη οι διαφορές γενικά των εθνικών οικογενειακών δικαίων. Π.χ. ενώ σε κάποια κράτη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, η σχέση τέκνου με τη μητέρα δημιουργείται αυτοδίκαια με τη γέννηση, σε άλλα δημιουργείται με την αναγνώριση του τέκνου από τη μητέρα. Μια συνέπεια αυτού είναι, για παράδειγμα, ότι στη Γαλλία, όπου ισχύει το δεύτερο σύστημα, υφίσταται η δυνατότητα της «ανώνυμης γέννησης», ενώ δεν επιτρέπεται στη Γερμανία, όπου ισχύει το πρώτο σύστημα, ως αντίθετη στη Γερμανική δικαιική παράδοση. Υπάρχουν επίσης διαφορές ακόμα και στα ακολουθούντα το ίδιο σύστημα κράτη. Π.χ. αντίθετα από τη Γερμανία, η Αυστρία έχει διατηρήσει την αυτονομία των ανύπαντρων μητέρων όσον αφορά στο εξής ζήτημα: μπορούν αυτές να αρνηθούν να δηλώσουν το όνομα του πατέρα του εκτός γάμου τέκνου χωρίς καμία αρνητική δικαιική ή οικονομική συνέπεια[10].
Την 5η Σεπτεμβρίου του 1984, η Γενική Συνέλευση της Διεθνούς Επιτροπής Προσωπικής Κατάστασης (Commission Internationale de lEtat Civil) υιοθέτησε Σύσταση για τη δημοσιότητα των ληξιαρχικών βιβλίων και ληξιαρχικών πράξεων (Recommendation relative à la publicité des registres et des actes de l’état civil), η οποία, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει κατάλογο δεδομένων που δεν μπορούν να δημοσιοποιούνται σε οποιονδήποτε το ζητάει και που είναι η ιδιότητα τέκνου (filiation), η θρησκεία, οι λόγοι διαζυγίου, χωρισμού, ακύρωσης γάμου, θανάτου αλλά και οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα έθιγε τον οφειλόμενο σεβασμό στον ιδιωτικό βίο των προσώπων. Επίσης αναφέρεται στα πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ζητήσουν αντίγραφο ή απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης και που είναι οι δημόσιες αρχές, τα πρόσωπα στα οποία αφορά η πράξη, οι αντιπρόσωποι/εντολοδόχοι, οι ανιόντες, κατιόντες, ο/η σύζυγος του προσώπου στο οποίο αναφέρεται η πράξη, οι κληρονόμοι, αλλά και τα πρόσωπα που μπορούν να δικαιολογήσουν σχετικό έννομο συμφέρον.

Συμπερασματικά σχόλια

Τελικά το δικαίωμα στην πληροφόρηση που ικανοποιείται από τη δημοσιότητα των ληξιαρχείων αντιστρατεύεται τα δικαιώματα προστασίας του ιδιωτικού βίου και προστασίας των προσωπικών δεδομένων; Ή η σχέση τους είναι σχέση αλληλοπροσδιορισμού και αλληλοσυμπλήρωσης, όπως υποστηρίζεται από ορισμένους;
Το τελευταίο σίγουρα είναι και το ευκταίο, όμως συχνά η ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων αυτών είναι εύθραυστη, επισφαλής. Ήδη η ιδιωτικότητα «παραβιάζεται» από τους καταχωρούντες τα σχετικά γεγονότα υπαλλήλους ληξιαρχείων. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο γλαφυρή περιγραφή αυτού από εκείνη του Πορτογάλου συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου, στο βιβλίο του «Όλα τα ονόματα»: «Ένιωθε πως αγαπούσε τη δουλειά του περισσότερο από ποτέ, χάρη σ’αυτήν είχε μπορέσει να εισδύσει στον ιδιωτικό χώρο τόσων φημισμένων ανθρώπων και να μάθει, λόγου χάρη, πράγματα που έκαναν τα πάντα για να κρύψουν, όπως ότι είναι κόρες αγνώστου μητρός ή πατρός, ή αγνώστων γονέων γενικώς, όπως συνέβαινε με κάποια, ή όταν λένε ότι είναι γηγενείς κάποιου δήμου ή επαρχίας ενώ στην πραγματικότητα έχουν γεννηθεί σε κάποιο ξεχασμένο χωριουδάκι, σε κάποιο σταυροδρόμι με κακόηχη παρήχηση ή σ’ένα μέρος που απλώς μύριζε σβουνιά και αχούρι και μπορούσε κάλλιστα να βολευτεί χωρίς όνομα» [11].
Υπό την ανθρωπολογική θεώρηση του ιδιωτικού βίου, ο άνθρωπος, ουσιαστικά συνδεδεμένος και επικοινωνών με τους άλλους, περισσότερο από άτομο είναι πρόσωπο[12]. Το πρόσωπο οπωσδήποτε έχει μια ατομικότητα, αλλά συγχρόνως είναι κοινωνικό, ανοιχτό και δεκτικό έναντι των άλλων. Το δικαίωμα λοιπόν στον ιδιωτικό βίο έχει ατομική αλλά και κοινωνική όψη, άρα η με κάποιους δικαιολογημένους περιορισμούς δημοσιότητα των ληξιαρχικών βιβλίων δεν το αντιστρατεύεται απαραίτητα.



* Εισήγησή μου στην Ημερίδα στη μνήμη Γ. Κουμάντου, 26.4.2010, δημοσιεύθηκε στο: Η Διεθνής Επιτροπή Προσωπικής Κατάστασης και ο Οικογενειακός Βίος (επιμ. Σπ. Βρέλλη), Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2011, σ. 55-61.
[1] M. Tapia R. Fronteras de la vida privada en el derecho chileno, Revista Chilena de Derecho Privado Fernando Fueyo Laneri 2008, 117, 135.
[2] J.Q. Whitman, The Two Western Cultures of Privacy: Dignity Versus Liberty, 113 Yale Law Journal 1151, 1153 (2004).
[3] C. Fried, Privacy, 77 Yale Law Journal 475, 477 (1968).
[4] H. Corral Talciani, Configuración jurídica del derecho a la privacidad II: Concepto y delimitación, Revista Chilena de Derecho 2000, 331, 342-343.
[5] Αμφισβητείται η πατρότητα της φράσης, αναφέρει ο E. Decaux, La protection de la vie privée au regard des données informatiques, Droits fondamentaux, no 7, janvier 2008- décembre 2009. Βασιζόμενο σε μια επιστολή του Stendhal, το λεξικό του Emile Littré αποδίδει τη φράση στον Ταλλεϋράνδο.
[6] Το δικαίωμα αυτό βρίσκεται στο μεταίχμιο του δικαιώματος στο όνομα και του δικαιώματος στην εικόνα, βλ. και G. Pino, Il diritto allidentità personale ieri e oggi. Informazione, mercato, dati personali, in: Libera circolazione e protezione dei dati personali (a cura di R. Panetta), Giuffrè, Milano 2006, 257, 258.
[7] Boyd v. United States, 116 U.S. 616, 630 (1886).
[8] A. Guadamuz, Habeas Data vs the European Data Protection Directive, Journal of Information, Law and Technology 2001(3) http://elj.warwick.ac.uk/jilt/01-3/guadamuz.html
[9] D. Espín Cánovas, Derecho a la intimidad y publicidad del Registro civil, in: Cien Estudios Jurídicos del Profesor Diego Espín Cánovas (1942-1996). Tomo I (Temas Generales. Persona. Familia), Centro de Estudios Registrales, Madrid 1998, 895, 904.
[10] B. Willenbacher, Legal Transfer of French Traditions? German and Austrian Initiatives to Introduce Anonymous Birth, International Journal of Law, Policy and the Family 18 (2004) 343, 344.
[11] Στο βιβλίο του «Όλα τα ονόματα» (Todos os nomes, Lisboa 1997), Αθήνα 1999, 33.
[12] H. Corral Talciani, Configuración jurídica del derecho a la privacidad I: Origen, desarrollo y fundamentos, Revista Chilena de Derecho 2000, 51, 79.

Έχω διαβάσει αρκετά βιβλία του Ζοζέ Σαραμάγκου, κάποια στο πρωτότυπο, κάποια άλλα στην ελληνική τους μετάφραση (έχουν μεταφρασθεί πολλά). Με είχε εντυπωσιάσει ιδιαίτερα το "Ο άνθρωπος αντίγραφο", σας το προτείνω ανεπιφύλακτα!! Εννοείται ότι σας προτείνω και το "Όλα τα ονόματα"!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου