Translate

Σάββατο 24 Αυγούστου 2013

Πολιτισμική διάσταση του δικαίου

19 Ιανουαρίου 2011, το ΕΚΠΑ και το Ίδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών Κρίσπη είχαν οργανώσει μια πολύ ωραία ημερίδα, με θέμα "Πολιτισμός - Ευρωπαϊκοί Θεσμοί και Πολιτιστική Κληρονομιά". Είχα την τιμή να προσκληθώ να μιλήσω και το θέμα που είχα διαλέξει ήταν "Η πολιτισμική διάσταση του δικαίου". Με κάνουν να μην "ησυχάζω" ποτέ αυτά τα θέματα, είναι απείρως γοητευτικά αλλά και εξαιρετικά "επικίνδυνα", νοιώθει κανείς ότι βαδίζει "επί ξυρού ακμής". Είναι τόσο εύκολο να παρασυρθεί κανείς σε φληναφήματα, σε μεγαλοστομίες... κάτι που αντιπαθώ ιδιαιτέρως!! Σας έχω ξαναπεί ότι πιστεύω απόλυτα στο "σοφόν το σαφές", όταν ακούω ή διαβάζω κείμενα ακατανόητα (έστω και ...εκ πρώτης όψεως, άλλωστε "η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται"!!) , είμαι περίπου σίγουρη ότι αυτός ή αυτή που τα γράφει δεν έχει καταλάβει ούτε ο ίδιος/η ίδια περί τίνος πρόκειται...! Άντε μετά να "πείσει" και τους αναγνώστες...

Είχα την τύχη, μικρή, να ακούσω τον σημαντικότατο παιδαγωγό Παπανούτσο σε μια ομιλία του - είχε προσκληθεί στο Άργος. Πρέπει να ήμουν μαθήτρια της πρώτης ή της δευτέρας Γυμνασίου. Θυμάμαι, λοιπόν, έναν γλυκύτατο άνθρωπο, να κάνει μια πολύ γεμάτη και γλαφυρή ομιλία, με εξαιρετικά απλό τρόπο. Και θυμάμαι ότι στο τέλος μας είπε κάτι σαν (συγγνώμη στη μνήμη του, αν, ό μη γένοιτο, αλλάξω κάτι σημαντικό): "Προσπάθησα όσο μπορούσα να σας τα πω με τρόπο απλό και ελπίζω ότι τα καταλάβατε. Αλλά μερικές φορές οι άνθρωποι θεωρούν, λανθασμένα, ότι αν δεν καταλαβαίνουν αυτά που ακούνε, αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για πολύ σημαντικά πράγματα και άρα ακατανόητα σε αυτούς! Είχα πάει μια φορά να μιλήσω σε ένα χωριό στην Αρκαδία και, όταν τελείωσε η εκδήλωση και έφευγα, άκουσα κάποιους να λένε: 'Δεν είναι καλός, τα καταλάβαμε όλα'!!!"

Πάντα, λοιπόν, προσπαθώ να θυμάμαι λόγια τέτοιων, πραγματικά σοφών, ανθρώπων και να "καθαρίζω" το λόγο μου.

Παρεμπιπτόντως - και προς απόκρουση ενδεχόμενων κακόβουλων σκέψεων ή σχολίων - σας λέω ότι το κάθε κείμενό μου που άπτεται αυτών των ζητημάτων, δικαίου και πολιτισμού, δεν βασίζεται σε κανένα από τα προηγούμενα - δουλεύω επάνω στο καθένα ξεκινώντας από την αρχή, με καινούριο υλικό (θα βαριόμουν απίστευτα αν έγραφα τα ίδια και τα ίδια!!), προσπαθώντας να αποτυπώσω και καινούριες ιδέες, χωρίς να αφίσταμαι απαραιτήτως παλαιότερων (η κυτταρική μνήμη δεν θα μου το επέτρεπε!!) - τις οποίες παλαιότερες ιδέες όμως, ΕΦΟΣΟΝ τις θεωρώ χρήσιμες σε καινούριο κείμενο, προσπαθώ επίσης να τις δώσω με "καινούριο ένδυμα" (είπαμε, βαριέμαι τα ίδια και τα ίδια...!)




Αρχαιότητα (Δελφοί) και Βυζάντιο (Αγιά Σοφιά): Διαμόρφωσαν συγκεκριμένους πολιτισμούς, συγκεκριμένες νοοτροπίες, συγκεκριμένες παραδόσεις, άρα συγκεκριμένα δίκαια.

Την πρώτη φωτογραφία την είχα βγάλει χειμώνα του 1993 και τη δεύτερη Σεπτέμβριο του 1997. Είχα μεγάλη μανία, για χρόνια, με τη φωτογραφία και τώρα, με το blog, φαίνεται περισσότερο η "χρησιμότητά" της, δεδομένου ότι δεν είμαι ο άνθρωπος που θα βγάζει και θα κοιτάζει παλιές φωτογραφίες, νοσταλγώντας, προτιμώ το τώρα, για να μην σας πω το αύριο! Οπότε χαίρομαι πολύ που τώρα βγήκαν αυτές από τα συρτάρια και τα ντουλάπια!! Μιλάνε και αυτές μαζί μου!





                                          Η πολιτισμική διάσταση του δικαίου*
                                                      Ελίνα Ν. Μουσταΐρα

Αν δεχθούμε ως ορθή την παρομοίωση πως η λέξη «πολιτισμός» είναι μια από εκείνες τις λέξεις που σαν μια ψηλή και στριφογυριστή σκάλα μας οδηγεί σε ένα ύψος βαβελικό που δεν τελειώνει πουθενά και που παρ’όλ’αυτά μας συνδέει προς όλες τις κατευθύνσεις[1], τότε θα ανοίξει μπροστά μας μια βεντάλια θεωρήσεων του δικαίου, η πολυχρωμία της οποίας θα μας φανερώσει τον απίστευτο πλούτο που κρύβεται πίσω από κάθε κανονιστική ρύθμιση των ανθρώπινων σχέσεων. Τον πλούτο των επιρροών που εμφανώς ή αφανώς οδηγούν στη θέσπιση συγκεκριμένων κανόνων, επιρροές που και αντίστροφα οφείλουν να αποκρυπτογραφηθούν κατά την εφαρμογή των κανόνων αυτών, αφού η εφαρμογή τους προϋποθέτει και την ερμηνεία τους.
Το να εκλαμβάνουμε το δίκαιο ως πολιτισμό, σύμφωνα με κάποια άποψη μπορεί να σημαίνει τρία πράγματα:
Κατά πρώτον, μπορεί να σημαίνει ότι δίνουμε έμφαση στην διαπεραστική ισχύ του δικαίου και ότι αποκλείουμε τη δυνατότητα να υπάρχει μια αυτόνομη πολιτισμική επικράτεια που θα μπορούσε να διαμορφωθεί χωρίς προσφυγή στο δίκαιο. Σε αυτή την περίπτωση ο πολιτισμός είναι αποικία στην αυτοκρατορία του δικαίου. Το δίκαιο, δηλαδή, έχει την απόλυτη δύναμη να διαμορφώνει το νόημα των κοινωνικών σχέσεων και των κοινωνικών θεσμών[2].
Κατά δεύτερον, μπορεί να σημαίνει ότι δίνουμε έμφαση στη διαπεραστική ισχύ του πολιτισμού, ισχύ που θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή είτε ως αποκλείουσα τη δυνατότητα ύπαρξης ενός δικαιικού χώρου που θα μπορούσε να διαμορφωθεί χωρίς προσφυγή στον πολιτισμό, είτε ως καθιερώνουσα τη δυνατότητα πολιτισμικής ρύθμισης που θα λειτουργεί ανεξαρτήτως του δικαίου. Και στις δύο περιπτώσεις, το δίκαιο είναι αποικία στην αυτοκρατορία του πολιτισμού και κάποιες φορές, μάλιστα, αρκετά ανίσχυρη αποικία. Η νομική ερμηνεία, δηλαδή, βασίζεται σε πολιτισμικές παραδοχές και η αποτελεσματικότητα του δικαίου καθορίζεται από τις πολιτισμικές συνθήκες[3].
Κατά τρίτον, μπορεί να σημαίνει ότι δίνουμε έμφαση στην αμοιβαιότητα και στην ατελείωτη ανακύκλωση μεταξύ δογματικής, φορμαλιστικής δικαιικής νοηματοδότησης και των σημαινόντων πολιτισμικών πρακτικών, αποδεικνύοντας έτσι πως παρά τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς, υπάρχει αλληλεξάρτηση μεταξύ αυτών των δύο κλάδων, αυτών των δύο διαδικασιών[4].
Οι κατηγοριοποιήσεις, είναι αλήθεια, διευκολύνουν τη σκέψη, είναι ανθρώπινη ανάγκη και προϋπόθεση κατανόησης, συχνά. Κάθε φορά που προσπαθούμε να εξηγήσουμε κάτι, συνειδητά ή ασυνείδητα κατηγοριοποιούμε το υλικό που διαθέτουμε. Όμως οι κατηγοριοποιήσεις μπορεί να είναι και δεσμευτικές, στεγνές, να μην αφήνουν τη σκέψη να επεκταθεί πέραν των συνόρων των κατηγοριών. Για τον λόγο αυτόν και υποστηρίζεται πως μια εξερεύνηση του δεσμού μεταξύ δικαίου και πολιτισμού δεν θα είναι καρποφόρα παρά μόνον αν υπερβεί και μετασχηματίσει τις αρχικές της κατηγορίες[5].
Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα νεωτερικά δίκαια στη Δύση διακρίνονταν και διακρίνονται για την οργανική τους ορθολογικότητα, ότι σκοπίμως επεδίωξαν την αυτόνομη ανάπτυξή τους, άρα ότι ως κορμοί γνώσης έπαψαν να έχουν οποιαδήποτε συμβολή, από επιστημολογικής άποψης, στη γνώση μας του κόσμου ως εμπειρικού φαινομένου[6], δεν είναι πάντα εύκολο να συνειδητοποιήσουμε π.χ. τη λειτουργία των λεγόμενων (κατηγοριοποιηθέντων ως) θρησκευτικών δικαίων για τα οποία συνηθίζουμε να λέμε πως έχουν ως βασικό χαρακτηριστικό τους την ταύτιση θρησκείας και δικαίου. Όμως η απλή αυτή έκφραση δεν δείχνει όλον τον πλούτο και την περιπλοκότητα της αλληλεξάρτησης αυτών. Προκειμένου να καταδειχθεί, λοιπόν, ο πλούτος αυτός, σημειώνεται π.χ. κατά τρόπο έξοχο, πως και η εβραϊκή και η ισλαμική θρησκεία είναι δικαιοκεντρικές θρησκείες που αναγνωρίζουν την υποταγή στο δίκαιο ως την πλέον εννοηματωμένη έκφραση θρησκευτικού βίου. Και στις δύο η θεολογία διαπλέκεται με τη θεωρία του δικαίου. Αν δηλαδή δεχθούμε πως το δίκαιο ως άρθρωση θεϊκών εντολών υπόκειται και σε ανθρώπινη χειραγώγηση, τότε έχουμε την – φαινομενικά μόνον, οξύμωρη – ιδέα ενός θεϊκού δικαίου υποκείμενου σε ανθρώπινο συλλογισμό[7].
Υποστηρίχθηκε πως ο πολιτισμός, με τη μορφή της πολιτικής της διαφορετικότητας μέσα σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία «έχει εισβάλει στο δίκαιο». Ότι παρατηρείται τώρα αύξηση των πιέσεων για π.χ. δικαιικό ορισμό της φυλετικής ή εθνικής ταυτότητας ή για ιδιαίτερη προστασία κάποιων μειονοτήτων σε περιπτώσεις διάπραξης από μέλη τους ποινικών αδικημάτων (cultural defense)[8].
Όμως, όπως σωστά επισημαίνεται, αυτή η άποψη προϋποθέτει πως το δίκαιο άλλοτε ήταν «ανεξάρτητο του πολιτισμού» (culture-free), ότι πριν από την εμφάνιση του πολιτισμικού πλουραλισμού, το δίκαιο μπορούσε να εκφράζει χωρίς πρόβλημα τις ηθικές πεποιθήσεις και τις κοινωνικές επιδιώξεις των ανθρώπων διότι, λόγω πολιτισμικής ομοιογένειας, αποκλείονταν οι τριβές. Όμως και χωρίς την ιδέα της πολυπολιτισμικότητας, το δίκαιο και ο πολιτισμός προσπαθούν μαζί να συντάξουν τους κώδικες συμπεριφοράς των ανθρώπων. Το δίκαιο ποτέ δεν υπήρξε εκτός του πολιτισμικού χώρου, πάντα ήταν υποχρεωμένο να αντιμετωπίζει την πολιτισμική ποικιλία και σύγκρουση, πάντα συμμετείχε ενεργά στην παραγωγή νοήματος εντός του σημειωτικού συστήματος του πολιτισμού[9].
Το δίκαιο δεν είναι στατικό, ούτε ο πολιτισμός είναι. Διάφορες διαδικασίες διαμόρφωσαν τις σύγχρονες κοινωνίες και τους πολιτισμούς τους, όπως π.χ. η βιομηχανοποίηση, η αστικοποίηση, η ραγδαία άνοδος της μαζικής επικοινωνίας. Αντικείμενα έρευνας και μελέτης, λοιπόν, είναι οι εσωτερικές διαδικασίες πολιτισμικής αλλαγής. Αλλάζουν οι πολιτισμοί, διαλεγόμενοι με τις δυνάμεις εκσυγχρονισμού των κοινωνιών και ακριβώς τον τρόπο που αλλάζουν, μελετούν κυρίως οι ανθρωπολόγοι. Και η ανθρωπολογία και το δίκαιο – και η ανθρωπολογία του δικαίου και το συγκριτικό δίκαιο – εξελίσσονται ενσωματώνοντας σύνθετες συλλήψεις του πολιτισμού και της νομικής θεωρίας[10].
Δηλώνει ο εκ των μεγίστων ανθρωπολόγων Clifford Geertz, πως το δίκαιο δεν αποτελειώνει απλώς δουλειές που έχουν μείνει στη μέση, παρά καθορίζει. Δεν διορθώνει απλώς, παρά δημιουργεί δυνατότητες. Αυτό που καθορίζει, το εννοιολογικό πλαίσιο που θέτει, είναι μια ισχυρή δύναμη που διαμορφώνει την ανθρώπινη συμπεριφορά και της δίνει νόημα, στόχο και κατεύθυνση. Ακριβώς το δίκαιο ως δομικό στοιχείο «εντός του πολιτισμού», ως τρόπος σκέψης, σε συνδυασμό με πολλά άλλα στοιχεία, επίσης «εντός πολιτισμού», είναι αυτό που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον για τους ανήσυχους μελετητές[11].
Ο πολιτισμός της κάθε κοινωνίας, της κάθε κοινότητας ανθρώπων αποτελεί συστατικό στοιχείο της ταυτότητάς της. Το δίκαιο, εντός του πολιτισμού, αποδεικνύει συγχρόνως και συνθέτει αυτή την ταυτότητα. Αφομοιώνει πεποιθήσεις και τις εκφράζει με την κυρίαρχη γλώσσα της κάθε κοινότητας. Και επειδή ακριβώς και οι γλωσσικές δυνατότητες αλλά και η νοοτροπία είναι διαφορετικές στις διάφορες κοινωνίες, έχουμε δίκαια διαφορετικά, έτοιμα να ανταποκριθούν στις ιδιαίτερες συνθήκες των κοινωνιών αυτών, ακόμα και όταν το σημείο εκκίνησης φαίνεται κοινό, π.χ. η ανάγκη ορθολογικών επιλογών (ή μήπως δεν υπάρχει τέτοια ανάγκη;...). Έτσι, π.χ. μελετητής των αρχαίων κειμένων Ελλήνων και Κινέζων και της ρητορικής τους, διαπίστωσε πως ενώ στην Κίνα επικαλούνταν την παράδοση και προσέφευγαν σε μια γλώσσα μεταφορική, στην Ελλάδα χρησιμοποιούσαν παραδείγματα δικαιικά και αντιφατικά για να δικαιολογήσουν τα σοφά τους επιχειρήματα. Το συμπέρασμα του μελετητή αυτού ήταν πως οι διακρίσεις αυτές  δεν εξηγούνται από μια υποθετική διαφορά βάθους των αντίστοιχων συλλογισμών, παρά από τα γλωσσολογικά και επιχειρηματολογικά πρότυπα που γίνονταν δεκτά σε κάθε μια από αυτές τις κοινωνίες[12].
Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να υποστηρίξει, μαζί με πολλούς άλλους, πως η δύναμη της γλώσσας στις νομικές διαδικασίες είναι πολύ μεγάλη, πως η νομική αφήγηση είναι απαραίτητη για να συλλάβουμε το συχνά άπιαστο νόημα των ανθρώπινων πράξεων. Άλλωστε, η αφηγηματική μορφή είναι αυτή που συνδέει το παρελθόν με το παρόν καθώς και τον συγγραφέα με τον αναγνώστη και άρα έχει μια εγγενή ικανότητα να καθιστά σαφή την πολλαπλότητα των προοπτικών κάθε γεγονότος.
Το δίκαιο είναι, πράγματι, μια τέλεια αποθήκη ιστοριών. Ακόμα περισσότερο, είναι μια ανεξάντλητη επικουρία στην προσπάθειά μας να καταλάβουμε πώς, σε οποιεσδήποτε περιστάσεις, φθάνουμε να πούμε αυτές τις ιστορίες που αφορούν σε εμάς τους ίδιους, κατά τρόπους που δομούν την ίδια την πραγματικότητα την οποία πρέπει, αντίστροφα, αυτές οι ιστορίες να αποτυπώσουν[13].
Τα δίκαια των κρατών διαφέρουν μεταξύ τους κατά «μυριάδες τρόπους». Τα νομικά συστήματα δεν είναι βιολογικοί οργανισμοί ή βιολογικά είδη, αλλά πολιτισμικά φαινόμενα - διαρκώς αλλάζουν και προσαρμόζονται, ανταποκρινόμενα «αυθορμήτως» σε μεταβαλλόμενες περιστάσεις[14] αλλά και στο γεγονός ότι και εντός των ίδιων των κοινοτήτων είναι δυνατόν να παρατηρούνται αντιφάσεις, συγκρούσεις συμφερόντων, αμφιβολίες[15].
Σκόπιμο είναι, λοιπόν, να εξετάζεται το δίκαιο, όχι απλώς ως κάτι που εφαρμόζεται σε έναν προϋπάρχοντα κοινωνικό κόσμο, αλλά ως κάτι που ενεργά δημιουργεί τον κοινωνικό κόσμο όπως τον ζούμε[16].
Μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη λογοτεχνικών και φιλοσοφικών έργων του μακρινού αλλά και του πρόσφατου παρελθόντος, καθώς και σύγχρονων δικαστικών αποφάσεων, παρουσιάζει υποθέσεις, κοινό στοιχείο των οποίων είναι πως ένας – ή και περισσότεροι – ομιλητής έρχεται αντιμέτωπος με ισχυρισμούς ότι ένας συγκεκριμένος θεσμός έχει κύρος τέτοιο που υπερβαίνει τις δικές του επιθυμίες ή κρίσεις. Απαντά στους ισχυρισμούς αυτούς αποδεχόμενος ή απορρίπτοντάς τους, και με αυτή του την πράξη ορίζει με νέο τρόπο και τον εαυτό του και τον θεσμό.
Σημειώνει ο μελετητής αυτός πως όταν στρεφόμαστε από την ανάγνωση τέτοιων κειμένων στις δικές μας ζωές, αντιμετωπίζουμε ως πολίτες και ομιλητές ανάλογα ερωτήματα: Πότε και γιατί θα πρέπει να αναγνωρίζουμε κύρος σε ειδικούς θεσμούς ή κοινωνικές πρακτικές, και πότε, αντίθετα, θα πρέπει να επιμένουμε στη δική μας αίσθηση του τί είναι σωστό ή καλό ή αναγκαίο;
Θα μπορούσε, λοιπόν, να λεχθεί πως δεν είναι το δίκαιο ως εντολή αυτό που δικαιούται – ή δεν δικαιούται – σεβασμού, αλλά το δίκαιο ως κοινότητα και πολιτισμός που εκφράζονται με συγκεκριμένους τρόπους. Ακριβώς εκεί έγκειται η έννοια του δικαίου, εκεί εδρεύει το κύρος του[17]. Σίγουρα ο με πολιτισμικά ανακλαστικά νομικός συλλογισμός δεν είναι εύκολος, όμως ίσως είναι ο ευκταίος[18].
Από τη μια πλευρά, παρατηρείται πως η τεχνολογία της επικοινωνίας, το εμπόριο, η μετανάστευση, θολώνουν τα πολιτισμικά σύνορα και αρχίζουν να υπονομεύουν σχετικά σταθερές ιδέες του παρελθόντος, περί της πλειοψηφίας των θρησκευτικών, φυλετικών και εθνικών ομάδων που συνθέτουν ένα κράτος. Πρόκειται για έναν πολύγλωσσο πολιτισμό - ένα πολιτισμικό bricolage.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν αναπόφευκτες αντιδράσεις, αφού οι πολιτισμοί μάχονται σκληρά για να διατηρήσουν ανόθευτη από επεμβάσεις, την ουσία τους, τη δικαιική τους κοσμολογία.
Προκειμένου, κατά τη γνώμη αυτή, να κατανοήσουμε και να εξισορροπήσουμε τις αντίθετες αυτές τάσεις, θα χρειασθεί να αναπτύξουμε ένα πολύγλωσσο δίκαιο, μια νομική θεωρία για έναν αυξανόμενα υβριδικό κόσμο, στον οποίο οι πολιτισμικές αντιλήψεις είναι μεν σημαντικές, συγχρόνως όμως είναι και ρευστές[19].
Το μέλλον – ίσως και το άμεσο – θα αποδείξει το αν η γνώμη αυτή είναι ορθή ή λανθασμένη.
Ο εξαιρετικής ευφυΐας και καλλιέργειας αμερικανός δικαστής Oliver Wendell Holmes[20] παρομοίαζε ποιητικότατα το δίκαιο με μια πλούσια σε σχέδια ταπισερί, την οποία υφαίνει αιώνια μια πριγκήπισσα (ισχυρότερη από εκείνη που ύφανε την ταπισσερί της Bayeux), προσθέτοντας φιγούρες υπερβολικά αχνές για να τις προσέξει κάποιος αδιάφορος, υπερβολικά συμβολικές για να τις ερμηνεύσει άλλος από τους μαθητές της, αλλά που στο προσεκτικό μάτι αποκαλύπτουν κάθε επίπονο βήμα και κάθε αγώνα που συντάραξε τον κόσμο, με τον οποίο η ανθρωπότητα κατάφερε να χαράξει τον δρόμο της από την άγρια απομόνωση στην οργανική κοινωνική ζωή[21].





* Εισήγησή μου σε ημερίδα της 19.1.2011 (Ίδρυμα Κρίσπη), δημοσιεύθηκε στο: Πολιτισμός – Ευρωπαϊκοί Θεσμοί και Πολιτιστική Κληρονομιά,  Εκδ. Σάκκουλα Α.Ε., Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2012, σ. 37-44.

[1] M.A.J. Moreira, El concepto de cultura en el derecho, Civitas 2008, 466-467.
[2] R. Cotterrell, Law in Culture, Ratio Juris 17 (2004) 1-6.
[3] Ε. Μουσταΐρα, Συγκριτικό δίκαιο – Συγκριτική αισθητική, στον: Τιμητικό Τόμο Μιχ.Π. Σταθόπουλου, Αθήνα – Κομοτηνή 2010, 1673, 1674.
[4] N. Mezey, Law as Culture, 13 Yale Journal of Law and Humanities, 35, 48-57 (2001).
[5] R.J. Coombe, Contingent Articulations: A Critical Cultural Studies of Law, in: Law in the Domains of Culture (ed. By A. Sarat & T.R. Kearns), The University of Michigan Press, Ann Arbor 1998, 21.
[6] G. Samuel, Is Law Really a Social Science? A View from Comparative Law, Cambridge Law Journal 67 (2008) 288, 295.
[7] J.E. David, Legal Comparability and Cultural Identity: The Case of Legal Reasoning in Jewish and Islamic Traditions, Electronic Journal of Comparative Law 2010.
[8] R. Cotterrell, The Struggle for Law: Some Dilemmas of Cultural Legality, International Journal of Law in Context 2009, 373, 376.
[9] N. Mezey, Law’s culture and lived culture: a comment on Roger Cotterrell’s ‘The struggle for law: some dilemmas of cultural legality’, International Journal of Law in Context 2009, 395, 396.
[10] M. Sunder, (Un)disciplined, Political and Legal Anthropology Review 26 (2003) 77επ.
[11] C. Geertz, Off Echoes: Some Comments on Anthropology and Law, Political and Legal Anthropology Review 19 (1996) 33, 35.
[12] J. Bell, De la culture, in : comparer les droits, résolument, Presses Universitaires de France 2009, 247, 259-260.
[13] L. Rosen, Law as Culture. An Invitation, Princeton University Press, Princeton and Oxford 2006, xii-xiii.
[14] S. Haack, The Pluralistic Universe of Law: Towards a Neo-Classical Legal Pragmatism, Ratio Juris 2008, 453, 457, 461.
[15] M. Sunder, Cultural dissent, 54 Stanford Law Review 495, 497-498 (2001).
[16] R.J. Coombe, Is there a Cultural Studies of Law? in: A Companion to Cultural Studies (ed. by T. Miller), Blackwell Publishers 2001, 36.
[17] J. Boyd White, Acts of Hope. Creating Authority in Literature, Law, and Politics (Preface, xi&xii και Afterword, 305.
[18] D. Howes, Introduction: Culture in the Domains of Law, Canadian Journal of Law and Society/Revue Canadienne Droit et Société 2005, 9, 28.
[19] P.S. Bermann, The Enduring Connections between Law and Culture, 57 American Journal of Comparative Law 101, 110 (2009).
[20] Για τον οποίο, βλ. και Ε. Μουσταΐρα, Η εξέλιξη του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Παράδοση – Επανάσταση – Αντεπανάσταση, Αθήνα 1996, 12-15.
[21] O.W. Holmes, The Law. Address delivered to the Suffolk Bar Association Dinner, February 15th, 1885.


Η ταπισσερί της Bayeux είναι ένα έργο περίπου 70 μέτρων (!), με κεντημένα τα γεγονότα που οδήγησαν στη Νορμανδική κατάκτηση της Αγγλίας το 1066, με αποκορύφωμα τη μάχη του Hastings. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η ιστορία της. Πιθανότατα κεντήθηκε, κατόπιν παραγγελίας, τη δεκαετία του 1070. Ανακαλύφθηκε πολλούς αιώνες αργότερα και τώρα φυλάσσεται στο μουσείο της Bayeux, στη Νορμανδία (Γαλλία). Κατά σύμπτωση (σχεδόν... αφού αγοράζω οποιοδήποτε βιβλίο μπορεί να μου φανεί ενδιαφέρον και σχετικό με τις ασχολίες μου της κάθε εποχής) πρωτοδιάβασα για την ταπισσερί αυτή, σε ένα μυθιστόρημα (αστυνομικό αλλά και ιστορία τέχνης, όλα τα έχει!), το "Intrigue à l'anglaise", του Adrien Goetz, το 2009. Ο συγγραφέας είναι ιστορικός τέχνης (με απίστευτες γνώσεις!!!), γράφει και στη Figaro (κάθε Πέμπτη, νομίζω) για εκθέσεις ή ατομικά έργα τέχνης και έχει γράψει και κάποια μυθιστορήματα με - οπωσδήποτε! - περιεχόμενο σχετικό και με έργα τέχνης. Μετά από το ανωτέρω βιβλίο, εξέδωσε (και τα αγόρασα, εννοείται, και τα διάβασα) και άλλα δύο, το "Intrigue à Versailles" και το "Intrigue à Venise", με ήρωες την ίδια συντηρήτρια καλλιτεχνικών θησαυρών (conservatrice du patrimoine) και τον ίδιο δημοσιογράφο, ερωτευμένο με την προηγούμενη - μαζί εξιχνιάζουν τα εγκλήματα!! Διαβάζοντας τα βιβλία αυτά, αποκτά κανείς και ένα σωρό γνώσεις από ιστορία της τέχνης!! Είναι μανιακός της λεπτομέρειας ο συγγραφέας...


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου